Όταν,
αγάπη μου, τα χέρια σου σηκώνεις
να βρούνε τα δικά μου,
σαν τί μου φέρνουνε πετώντας;
Και γιατί σταμάτησαν, έτσι ξαφνικά,
μπροστά στο στόμα μου;
Κι εγώ γιατί τ’ αναγνωρίζω
ωσάν κάποτε, παλιά,
ναν τά ’χα αγγίξει,
να βρούνε τα δικά μου,
σαν τί μου φέρνουνε πετώντας;
Και γιατί σταμάτησαν, έτσι ξαφνικά,
μπροστά στο στόμα μου;
Κι εγώ γιατί τ’ αναγνωρίζω
ωσάν κάποτε, παλιά,
ναν τά ’χα αγγίξει,
και
ωσάν και πριν καν να υπάρξουν
νά ’χανε τρέξει τα ίδια αυτά
στο μέτωπό μου επάνω και στη μέση μου;
νά ’χανε τρέξει τα ίδια αυτά
στο μέτωπό μου επάνω και στη μέση μου;
Cuando tus manos salen,
amor, hacia las mías,
qué me traen volando?
Por qué se detuvieron
en mi boca, de pronto,
por qué las reconozco
como si entonces, antes,
las hubiera tocado,
como si antes de ser
hubieran recorrido
mi frente, mi cintura?
P. Neruda
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου