.....νωρίς εσηκώνετο το πρωί, έρριπτεν εις τους ώμους την παλιάν πατατούκαν του, το μόνον ρούχον οπού εσώζετο ακόμη από τους προ της ευτυχίας του χρόνους, και κατήρχετο ......, μορμυρίζων, ενώ κατέβαινεν από το παλαιόν μισογκρεμισμένον σπίτι, με τρόπον ώστε να τον ακούη η ....:
σεβτάς είν’ αυτός, δεν είναι τσορβάς…έρωντας είναι, δεν είναι γέρωντας.....
το έλεγε τόσον συχνά, ώστε ..... οπού τον ήκουαν του το εκόλλησαν τέλος ως παρατσούκλι: «O .....ο Έρωντας».....
δεν ήτο πλέον νέος, ούτε εύμορφος, ούτε άσπρα είχεν.....όλα αυτά τα είχε φθείρει προ χρόνων πολλών, μαζί με το καράβι, εις την θάλασσαν, εις .......(Σχοινιάν)......
Α. Παπαδιαμάντης......
ιλυ..............................................
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου