Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019

απ' το σκίρτημα....στο χαρτί...

μεταφέροντας τη σκέψη στο χαρτί....σκίρτημα....αρχίζοντας από αυτό, όταν ενώνονται τα εσωτερικά με τα εξωτερικά, όταν συνεβρίσκονται φαντασία με πραγματικότητα.....
η χάραξη της γραφικής επιφάνειας είναι μια βαθιά επιθυμία, μια δημιουργία αναπαραγωγικής ζωής, μια συνεχής αναζήτηση θεμάτων, ιδεών, προκλήσεων, που δείχνουν δικά σου, μοναδικά πράγματα...
οι σκέψεις πλάθονται από προπολού.... όταν κάθεσαι σε μια καρέκλα, όταν κοιτάς αμήχανα έξω απ' το παράθυρο, όταν ακούς να σου μιλάνε, όταν οδηγείς, όταν περπατάς στο δρόμο, τα βράδια με τις ανασκοπήσεις....και τα πρωινά με τη μάζωξη των ονείρων....τα μαζεύεις όλα αυτά και σκέφτεσαι ακόμα πως μπορείς να κάνεις σημαντικό κάτι που στη διαδρομή φάνηκε ως ασήμαντο......έτσι η χάραξη της γραφικής επιφάνειας του μυαλού έχει ολοκληρωθεί πριν ακόμα κάτσεις να τα βάλεις σε κάποιο χαρτί.....
στην αρχή αρχίζεις να σκαλίζεις γρήγορα, προσπαθώντας να αδειάσει όλη η σκέψη, γρήγορα, για να φύγει η εφαρμογή του νόμου της βαρύτητας....βάζεις κάποια χτυπητά σημεία, ας είναι στο θέμα, δείχνουν την αιτία της γραφής.....κάποιοι λένε πως πρέπει να προσπαθήσεις να πείσεις, να γοητέψεις, να εντυπωσιάσεις....αν δεν γίνει έτσι, δεν θα διαβαστεί και θα έχει αποτύχει ο σκοπός της γραφής......τώρα όμως θέλω να τα πω.....αν κάποιος ανοίξει το ραδιόφωνο ίσως τα ακούσει, αν επιμείνει θα τα ακούσει σίγουρα, καθότι η εκπομπή εχει πολλές επαναλήψεις.....
οταν κάποια στιγμή τελειώσει η γραφή, που εί΄ναι και η μεγαλύτερη δυσκολία.....τι άλλο να γράψω?......μήπως μου ξέφυγε κάτι?.....μήπως η άποψη δεν είναι σωστή?... για το τελευταίο μάλλον δεν γίνονται διορθώσεις, καθότι τη στιγμή της πρώτης σκέψης, αυτή ανταποκρίνεται στην γονιμοποίησή της, ίσως μόνο μια μικρή αλλαγή σε κάποια λέξη που δεν ανταποκρίνεται και ως λάθος μπήκε....
κάποια στιγμή, αργότερα, όταν ξαναδιαβάσω αυτά που έχουν γραφεί, γοητεύομαι, καθ' οτι έχω καταφέρει να γράφω, όταν αυτό ήταν κάτι άγνωστο στα συναισθήματα....


Κώστας Καρυωτάκης
image
Αγάπη
Κι ήμουν στο σκοτάδι. Κι ήμουν το σκοτάδι.
Και με είδε μια αχτίδα
Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό της
κι εγώ ήμουν το κατάξερο ασφοδίλι.
Πώς μ’ έσεισε το ξύπνημα μιας νιότης,
πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!
Σάμπως τα μάτια της να μου είπαν ότι
δεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,
κι ελύγισα σαν από τρυφερότη,
εγώ που μ’ είχε πέτρα κάνει ο πόνος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου