– Πώς σε λένε; την ρωτά με έγνοια.
– Ξάγρυπνη, του απαντά, και η σιωπηλά εκκωφαντική φωνή της, διαπερνά σαν εσωτερική πηχτή σταγόνας ζωής, για άλλη μια φορά την σπονδυλική του στήλη.
– Είσαι όμορφη Ξάγρυπνη, της ανταπαντά, χωρίς ντροπή.
– Ευχαριστώ, του απαντά με συστολή.
– Γιατί σε ονόμασαν Ξάγρυπνη;
– Γιατί απλά τα βράδια δεν μπορώ να κοιμηθώ.
– Και γιατί; την ρωτά μάλλον με μεγάλη δόση-αδικαιολόγητης για την ηλικία του-παιδικής αφέλειας.
– Περιμένω… του απαντά και μια σιωπή μεγάλη ακολουθεί.
– Τι περιμένεις; την ρωτά μετά από αρκετή ώρα αλληλοκοιτάγματος βαθιά στα μάτια.
– Περιμένω αυτά που θα ‘ρθουν, αυτά που θα συντελεστούν. Άμα κοιμηθώ θα τα χάσω. Θα με προσπεράσουν. Ξέρεις πόσες εκατομμύρια λεπτομέρειες ζωής έχω παρακολουθήσει από εδώ πάνω. Είμαι τόσο χαρούμενη που συμμετέχω στις ζωές τόσων χιλιάδων, εκατομμυρίων ανθρώπων. Τώρα πια δεν θέλω να κοιμηθώ. Δεν μου χρειάζεται ο ύπνος. Είμαι τόσο ευγνώμων που σε γνώρισα, ολοκληρώνει τον σιωπηλό μα και τόσο βαθύ μονόλογό της.
– Και εγώ είμαι ευγνώμων που σε γνώρισα Ξάγρυπνη, της απαντά σαν ερωτευμένος έφηβος, μα τώρα πρέπει να φύγω. Έχω να συνεχίσω το μικρό πλην σημαντικό ποδηλατικό ταξίδι μου και δεν θα ήθελα να μένω άλλο εδώ, αναποφάσιστος. Θέλω και γω να δω, να συμμετάσχω σε τόσα πολλά, ολοκλήρωσε, έχοντας βάλει το αριστερό του πόδι πάνω στο πετάλι.
– Καλό σου δρόμο και να περνάς να με βλέπεις.
– Ναι Ξάγρυπνη θα περνώ να σε βλέπω, ή καλύτερα θα περνώ για να κοιταγόμαστε βαθιά στα μάτια, της φώναξε.....
Ιλυ....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου